Πέμπτη 22 Αυγούστου 2013

Ηλεία- Εορτάζει την Παρασκευή 23 Αυγούστου η Ιερά Μονή Σεπετού!

Την επιβλητική αυτή Ιερά Μονή μπορεί να την επισκεφθεί κανείς είτε ακολουθώντας τη διαδρομή από Ανδρίτσαινα, είτε από Αρχαία Ολυμπία και Δαφνούλα που είναι πιο δύσκολη αλλά και πιο εντυπωσιακή.
Είναι κτισμένη από τον 11ο αιώνα μ.Χ. σε απόκρημνο βράχο πάνω ακριβώς από τον Τρίτωνα ποταμό, παραπόταμο του Αλφειού. Πολλές απόψεις υπάρχουν για τη προέλευση της ονομασίας της Μονής. Σεπτός = ρηματικό επίθετο του σέβομαι, ή από το σλαβικό "sopot" = καταρράκτης -υπάρχει στους πρόποδες του Μοναστηριού- ή από το "σε πετώ" = "σε χαρίζω".

Μεγάλη ήταν η συνεισφορά της Μονής στους πιστούς της περιοχής τα δύσκολα χρόνια της τουρκοκρατίας και επίσης μεγάλη η προσφορά της στην Ελληνική Επανάσταση.

Το κρυφό σχολειό, που λειτουργούσε ως το 1821 τροφοδότησε τον τόπο με πολλούς πατριώτες, γνωστούς και άξιους καπετάνιους της Επανάστασης. Στην εικόνα της Παναγίας πολλοί ήταν οι αγωνιστές που έδωσαν τον όρκο «Λευτεριά ή Θάνατος», ανάμεσά τους και ο πρωτοφιλικός Αλέξης Οικονόμου.
Στις 23 Αυγούστου 1915, ημέρα που πανηγυρίζει η Μονή, εκδηλώθηκε φωτιά, που αποτέφρωσε το ναό και τα κειμήλια. Μόνο η εικόνα της Παναγιάς της Σεπετιώτισσας, έργο του Ευαγγελιστή Λουκά, σώθηκε
από τις φλόγες. Η Μονή ανακαινίστηκε μετά τη πυρκαγιά και πήρε τη σημερινή της μορφή. Στους θησαυρούς της Μονής περιλαμβάνονται πολλές ακόμα αξιόλογες εικόνες, που κοσμούν το ξυλόγλυπτο επιχρυσωμένο τέμπλο του Ναού.
Δυστυχώς όμως οι καταστροφικές πυρκαγιές του 2007 κατέκαψαν πάλι τον περιβάλλοντα χώρο της Ι.Μονής και προκαλεί πραγματικά θλίψη η θέα του χώρου.(φωτο andritsena.gov)
  

Πέμπτη 15 Αυγούστου 2013

Δεκαπενταύγουστος-«Το Πάσχα του Καλοκαιριού»: Η ιστορία της μεγάλης αυτής γιορτής

Η γιορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου έχει ιδιαίτερη θέση στο εορτολόγιο της Ορθόδοξης Εκκλησίας και συνδέεται άμεσα με τη μοναδικότητα του προσώπου της Παναγίας στο έργο «της εν Χριστώ σωτηρίας» των ανθρώπων, αποτελώντας τη μεγαλύτερη από τις γιορτές που καθιέρωσε η Εκκλησία προς τιμήν της Μητέρας του Χριστού, τις ονομαζόμενες θεομητορικές εορτές.

Οι πρώτες μαρτυρίες για τον εορτασμό της Κοίμησης της Θεοτόκου εμφανίζονται τον πέμπτο αιώνα μΧ, γύρω στην εποχή που συγκλήθηκε η Γ' Οικουμενική Σύνοδος της Εφέσου (451), που καθόρισε το θεομητορικό δόγμα και έγινε αιτία να αναπτυχθεί η τιμή στο πρόσωπο της Θεοτόκου.

Για πρώτη φορά φαίνεται να γιορτάστηκε στα Ιεροσόλυμα στις 13 Αυγούστου και λίγο αργότερα μετατέθηκε στις 15 του ίδιου μήνα. Είχε δε γενικότερα θεομητορικό χαρακτήρα, χωρίς ειδική αναφορά στο γεγονός της Κοιμήσεως και ονομάζονταν «ημέρα της Θεοτόκου Μαρίας». Κέντρο του πανηγυρισμού αναφέρεται στην αρχή ένα «Κάθισμα» (ναός), που βρίσκονταν έξω από τα Ιεροσόλυμα στον δρόμο προς την Βηθλεέμ. Η σύνδεση αυτής της γιορτής με την Κοίμηση της Θεοτόκου, έγινε στον ναό της Παναγίας, που βρισκόταν στη Γεσθημανή, το «ευκτήριο του Μαυρικίου», όπου υπήρχε και ο τάφος της, όπως γράφει το iefimerida.gr.

Κατά την εκκλησιαστική παράδοση, της εορτής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου προηγείται νηστεία, η οποία καθιερώθηκε τον 7ο αιώνα. Αρχικά ήταν χωρισμένη σε δύο περιόδους: πριν από την εορτή της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος και πριν από την εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Τον 10ο αιώνα, συνενώθηκαν σε μία νηστεία, που περιλαμβάνει 14 ημέρες και ξεκινά την 1η Αυγούστου. Κατά τη διάρκεια της συγκεκριμένης νηστείας, νηστεύεται το λάδι εκτός του Σαββάτου και της Κυριακής, ενώ στη γιορτή της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα καταλύεται (επιτρέπεται) το ψάρι. Ανήμερα της εορτής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου καταλύονται τα πάντα, εκτός και αν η εορτή πέσει σε Τετάρτη ή Παρασκευή, οπότε καταλύεται μόνο το ψάρι. Τις ημέρες της νηστείας του Δεκαπενταύγουστου ψάλλονται τις απογευματινές ώρες στις εκκλησίες (εκτός Κυριακής), εναλλάξ, ο «Μικρός και ο Μέγας Παρακλητικός Κανών εις την Υπεραγίαν Θεοτόκον», οι λεγόμενες «Παρακλήσεις».

Η μητέρα του Ιησού Χριστού, όπως αναφέρεται στην εκκλησιαστική παράδοση, πληροφορήθηκε τον επικείμενο θάνατό της από έναν άγγελο τρεις ημέρες προτού αυτός συμβεί και άρχισε να προετοιμάζεται κατάλληλα. Επειδή κατά την ημέρα της Κοίμησής της δεν ήταν όλοι οι Απόστολοι στα Ιεροσόλυμα, μία νεφέλη τους άρπαξε και τους έφερε κοντά της. Μοναδικός απών ο απόστολος Θωμάς.

Η Κοίμηση της Θεοτόκου συνέβη στο σπίτι του Ευαγγελιστή Ιωάννη, όπου και διέμενε, μετά τη σταύρωση του Χριστού. Αφού της έκλεισαν τα μάτια, οι Απόστολοι μετέφεραν το νεκροκρέβατό της στον κήπο της Γεθσημανής, όπου την έθαψαν.

Όταν μετά από τρεις ημέρες ο απόστολος Θωμάς πήγε στον τάφο της, βρήκε μόνο τα εντάφια. Πάνω στον τάφο της Παναγίας χτίστηκε μεγαλοπρεπής ναός, που αποδίδεται στην Αγία Ελένη. Μετά την καταστροφή του, ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου Μαρκιανός (450-457) με τη δεύτερη σύζυγό του Πουλχερία έχτισαν ένα νέο ναό, που υπάρχει μέχρι σήμερα.

Μεταξύ της Ορθόδοξης και της Καθολικής Εκκλησίας υπάρχει δογματική διαφορά σχετικά με την Κοίμηση της Θεοτόκου. Η Καθολική Εκκλησία πιστεύει στο δόγμα της ενσώματης ανάληψης της Θεοτόκου (Assumptio Beatae Mariae Virginis), που οριστικοποιήθηκε με την αποστολική εγκύκλιο του Πάπα Πίου IB' «Munificentissimus Deus» (1 Νοεμβρίου 1950). Αντίθετα, η Ορθόδοξη Εκκλησία κάνει λόγο πρώτα για Κοίμηση της Θεοτόκου, δηλαδή πραγματικό θάνατο (χωρισμό ψυχής και σώματος) και στη συνέχεια για μετάσταση της Θεοτόκου, δηλαδή ανάσταση (ένωση ψυχής και σώματος) και ανάληψή της κοντά στον Υιόν της.

Η εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου γιορτάζεται με λιγότερο εμφατικό τρόπο στις λοιπές ορθόδοξες και καθολικές χώρες του κόσμου, στις περισσότερες από τις οποίες ο Δεκαπενταύγουστος είναι επίσημη αργία, όπως και στην Ελλάδα. Οι προτεσταντικές ομολογίες θεωρούν την Κοίμηση της Θεοτόκου δευτερεύουσα εορτή, επειδή δεν βασίζεται σε βιβλικές αναφορές.

Αναρίθμητοι ναοί και μονές έχουν χτιστεί προς τιμήν της Κοιμήσεώς της, θαυμάσιες τοιχογραφίες παριστάνουν σε κάθε ναό, πίσω από την κεντρική είσοδο, σε εκπληκτικές συνθέσεις την ιερή της κηδεία, ύμνοι εκλεκτοί έχουν διακοσμήσει την ακολουθία της και λόγοι λαμπροί και εγκώμια εκφωνήθηκαν από τους Πατέρες και νεότερους κληρικού άνδρες κατά την ημέρα της μνήμης της.

Στην Ελλάδα, η Κοίμηση της Θεοτόκου εορτάζεται με ιδιαίτερη λαμπρότητα, ονομάζεται δε και «Πάσχα του Καλοκαιριού». Σε πολλά νησιά του Αιγαίου (Τήνος, Πάρος, Πάτμος) στολίζουν και περιφέρουν επιτάφιο προς τιμήν της Παναγίας. Σε πόλεις και χωριά ανά την επικράτεια, σε εκκλησίες αφιερωμένες στην Κοίμηση της Θεοτόκου διοργανώνονται παραδοσιακά πανηγύρια, που καταλήγουν σε γενικευμένο γλέντι.

Από το όρος Μελά η Παναγία Σουμελά, βρέθηκε στο Βέρμιο Ημαθίας. Στην Τήνο η γιορτή της συνδέθηκε με τον τορπιλισμό της «Έλλης» και μαζί με την Κοίμησή της οι Έλληνες τιμούν την μνήμη αυτών που χάθηκαν.

Στη Λέρο η Καστροβασίλισσα, στην Αστυπάλαια η Πορταΐτισσα, στη Ρόδο η Κρεμαστή και στην Πάρο η Εκατονταπυλιανή, στη Λέσβο η Αγία Σιών της Αγιάσου και στη Νίσυρο η Σπηλιανή Κυρά. Στην Κρήτη η Καλυβιανή και η Μεγάλη Παναγιά της Νεάπολης, στην Ίμβρο η Παναγιά η Ιμβριώτισσα και στη Χαλκιδική η Μεγάλη Παναγιά. Στη Γουμένισσα το Θεομητορικό Μοναστήρι, στην Ήπειρο η Μολυβδοσκέπαστη, στην Κεφαλονιά η Οφιούσα, στην Άνδρο η Φανερωμένη, στην Κάρπαθο η Παναγιά της Ολύμπου και η Χοζοβιώτισσα στην Αμοργό.

Στη Σκιάθο η Βαγγελίστρα, στο Λεωνίδιο Κυνουρίας η Παναγιά της Έλωνας και η Επισκοπιώτισσα στη Μαντινεία.

Η Κοίμηση της Θεοτόκου δεν είναι ένα πένθιμο γεγονός για το ελληνικό λαό, επειδή η Παναγία «μετέστη προς την ζωήν».

 
 
 

Οι τελευταίες στιγμές της Παναγίας (Ιωάννου Γεωμέτρου -10ος αιώνας)

...Τώρα πλέον δοξολογούσε περισσότερο από πριν Εκείνον όπου την εδόξασε. Προσηύχετο διά τους Αποστόλους και για όλους τους παρόντας, ικέτευε για τους απανταχού πιστούς ή μάλλον υπέρ παντός του κόσμου και αυτών ακόμη των εχθρών και των σταυρωτών. Ζητούσε να λάβει από τον Δεσπότην κάποιο λόγον ή κάποιο σημείον ως εγγύηση της σωτηρίας τους, απλώνουσα ικετευτικώς τα χέρια εκείνα με τα οποία Τον ενηγκαλίζετο, κινούσα την γλώσσαν εκείνη και τα χείλη με τα οποία Τον ησπάζετο, υπενθυμίζουσα τον θηλασμόν Του, και κλαίουσα από ευτυχία, έκαμε το παν, μιγνύουσα αποχαιρετιστήριους λόγους και προσευχές. Τότε αρχίζουν την υμνωδία οι Άγγελοι και όλοι μένουν ακίνητοι και εκστατικοί, όχι από φόβο αλλά από χαρά, οι Απόστολοι αντιφωνούν με την δική τους ψαλμωδία, και έτσι, περνώντας από το πανάγιον στόμα η υπεραγία ψυχή της, ωσάν σε ύπνο, παραδίδεται εις τον Υιόν της, διαφεύγουσα τις ωδίνες του θανά­του, όπως τις διέφυγε και κατά την γέννηση ή μάλλον με την ίδια και μεγαλυτέρα χαρά και όπως τότε, όταν ανεκφράστως προήρχετο εξ αυτής ο Υιός και Θεός της, και τώρα όπου αυτή εξήρχετο προς τον Θεόν ο οποίος παρίστατο όχι μόνο νοερώς αλλά και αισθητώς.